Dictionary of Greek. 2013.
λόγιασμα — το, ατος η σκέψη, ο υπολογισμός … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
λογιασμός — ο βλ. λόγιασμα … Dictionary of Greek